Tea time





“Χίλια εννιακόσια ενενήντα πέντε. Circle line, περίπου πέντε η ώρα το απόγευμα. Το βαγόνι μου είναι άδειο. Είναι ασημένιο. Είναι γκρι. Όπως κι όλα τα πράγματα έξω από το παράθυρο. Δεν ξέρω αν γι αυτό φταίει η ταχύτητα ή η παραιτημένη μου διάθεση. Ας πούμε ότι είναι το φως. Τέτοια ώρα, τα πράγματα παίρνουν εδώ τον ίδιο τόνο, το ίδιο μονότονο γκρι που έχουν όλα τα πράγματα στο Λονδίνο, απόλυτα συντονισμένα μεταξύ τους. Δεν έχουν συγκεκριμένη μορφή ή περίγραμμα, έχουν όμως ήχο. Τον ήχο του τρένου που τα προσπερνά.

Στο βαγόνι, μοναδικός επιβάτης είμαι εγώ κι οι σκέψεις μου. Το μπροστινό αλλά και το μετά από το δικό μου, είναι επίσης άδεια. Ένα τενεκεδάκι πεταμένο βγάζει το δικό του τσίγκινο ήχο, απόλυτα συντονισμένος στο ρυθμό του τρένου. Το έχω συνηθίσει το απόλυτο γκρι εδώ στο Λονδίνο. Σε όλα του. Ο σταθμός μου αργεί ακόμη. Προσπαθώ να φτιάξω ιστορίες με το μυαλό μου, προσπαθώ να πιάσω κουβέντα με τον εαυτό μου για να περάσει η ώρα αλλά συνεχώς παρεμβάλλεται ο σταθερά επαναλαμβανόμενος ήχος του τρένου, μηχανοκίνητος δερβίσης και με μπερδεύει. Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ, δεν με ακούω καν και ξεκινώ πάλι από την αρχή ή από τη μέση, πράγμα ακόμη πιο μονότονο.

Λοξώς αριστερά μου, στα καθίσματα της απέναντι σειράς, είναι πεταμένο ένα περιοδικό, χρωματιστό απομεινάρι μιας προηγούμενης ζωής με συνεπιβάτες.
Σκύβω να το πάρω και ταυτόχρονα προσπαθώ να θυμηθώ ποιός μπορεί να ήταν ο τελευταίος αναγνώστης του. Οι τύποι αυτών των τρένων μυρίζουν μπύρα και χάμπουργκερ, μια αίσθηση αηδίας που δύσκολα αντέχω ακόμη κι αν το αντίτιμο είναι μια ικανή τζούρα χρώματος.
Νικημένη από την ανία, αρπάζω το περιοδικό και κάθομαι πάλι πίσω, άγαρμπα στη θέση μου, έτσι όπως με πετάει το έντονο κούνημα του συρμού.
Είναι ένα ένθετο των Times. Ή κάτι τέτοιο. Στο εξώφυλλο, η φωτογραφία ασπρόμαυρη. Την κοιτώ κεραυνοβολημένη. Από όλα τα περιοδικά του κόσμου με φωτογραφία για εξώφυλλο, εγώ κρατώ αυτό το γκρι τεύχος με τη μία και μοναδική φωτογραφία του Vincent Van Gogh. Του Vincent μου! Το άρθρο μιλάει για ένα άγνωστο μέχρι τώρα πίνακα του καλλιτέχνη που μόλις ανακαλύφθηκε, εδώ, στο Λονδίνο! Αυτός είναι που δίνει χρώμα στις σελίδες και αυτό είναι που μου τράβηξε το μάτι. Το εκπληκτικό για μένα, δεν είναι η ανακαλυψη του πίνακα. Είναι το πορτραίτο ενός Vincent με σάρκα και οστά, τόσο πραγματικού όσο η φωτογραφία του. Υπήρχε φωτογραφία εκείνη την εποχή; Βρίσκομαι σε μεταφυσικό ραντεβού. Από όλα τα άδεια βαγόνια, η εικόνα του πλατωνικού έρωτα μου, έχει εισβάλλει στο δικό μου, ολοζώντανη, απέναντι μου. Οι Ινδιάνοι πιστεύουν ότι η φωτογραφία αιχμαλωτίζει την ψυχή και μάλλον, τώρα, το πιστεύω κι εγώ. Ασυναίσθητα, κοιτάζω γύρω μου.”

Χρόνια μετά, βρήκε το εξώφυλλο του περιοδικού. Το είχε φυλάξει. Δεν ήταν από τους Times. Ήταν του Independent. Χαμογέλασε, με νοσταλγία. Ύστερα κοίταξε την ημερομηνία. Χίλια εννιακόσια ενενήντα πέντε. Εξακολουθούσε να χαμογελάει και να ανασυνθέτει το ραντεβού με τον “αόρατο εραστή”.

Κι αμέσως ξαναδιάβασε πιο προσεκτικά την ημερομηνία. Ολόκληρη αυτή τη φορά. Χίλια εννιακόσια ενενήντα πέντε. Πρώτη Απριλίου.

Πρωταπριλιά. Το χαμόγελο στράβωσε στα χείλη της... Aυτή η διαπίστωση, τόσα χρόνια μετά, ήταν μια εντελώς άλλη ιστορία. Κι έπρεπε να ξαναγραφτεί. 


( συμπληρωματικά, διαβάστε και το "Καμιά απόχρωση του γκρι" . Λογικά, θα σας έχει μείνει ακόμη λίγος καφές στην κούπα).

Σχόλια

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Στη 2η φωτό, το πρωταπριλιάτικό πρωτοσέλιδο του Independent magazine,1995.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Share your opinion

Δημοφιλείς αναρτήσεις