Γιαννούλης Χαλεπάς. Ο ρυθμός εντός του.



κείμενο: aRTistokratissa


“Για τον Χαλεπά είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς. Γιατί είναι πολλοί αυτοί που είπαν πολλά σπουδαία πράγματα. Υπάρχει και μια άλλη δυσκολία. Ότι ο Χαλεπάς είναι όντως ένας μεγάλος καλλιτέχνης. Ο κόσμος έχει την εντύπωση ότι τον κατάλαβε. Διότι όλη η κατανόηση είναι μέσα στα έργα του. Επιπλέον έχει μια πολύ ρομαντική ιστορία που θα μπορούσε να συναγωνιστεί, είτε σε μυθιστόρημα είτε σε ταινία, την ζωή του Βαν Γκογκ. Εντούτοις όλα αυτά θα τα καταλάβει κανείς καλύτερα, όλο το δράμα του θα το καταλάβει στις γραμμές του, στους όγκους του έργου του και γενικά στην ολοκλήρωση του μέσα στη γλυπτική. Γι αυτό ο Χαλεπάς, με όλη τη ρομαντική ιστορία, δεν δίνει αφορμή για ανέκδοτα. Γενικά κανείς καλλιτέχνης δεν δίνει αφορμή για ανέκδοτα και για διασκεδαστικές ομιλίες, γιατί η τέχνη είναι ένα μυστηριώδες πράγμα. Και αυτό το μυστηριώδες πράγμα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν η μεγαλύτερη παρηγοριά, σαν ένα μεγάλο αντίβαρο μέσα στη ζωή, δοσμένο από την ίδια μυστηριώδη δύναμη του ανθρώπου.”

Γιάννης Τσαρούχης
"Μάτην ωνείδισαν την ψυχή μου"



 
Στο αρχαίο θέατρο τραγική ειρωνία είναι όταν οι θεατές ξέρουν κάτι που οι ηθοποιοί στη σκηνή αγνοούν.

Στο σκηνικό της ζωής, ο γλύπτης Χαλεπάς, μηυμένος από νωρίς στους μύθους αλλά και την αλήθεια της, παρατηρεί τους ανθρώπους και τους αναπλάθει με πολύ αγάπη αλλά και με πολύ πόνο, γιατί ο ίδιος γνωρίζει από πριν αυτό που εμείς αγνοούμε. Ξέρει κάτι που εμείς δεν ξέρουμε κι, όπως συμβαίνει σε όλες τις τραγωδίες, αυτό είναι ένα φορτίο που δεν αντέχεται από κανέναν.




Είναι κάποιοι άνθρωποι που δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Πιστοί στον εαυτό τους, αρνιούνται να συμβιβαστούν και να “ξεχαστούν”. Η μνήμη τους είναι ισχυρή, ζωντανή και αρνείται να κοιμηθεί, έστω και για λίγο. Φυλάει σκοπιά και μάλιστα για όλους μας.

Για να κοιμάται όμως κανείς ήσυχος, πρέπει πρώτα να πετάξει από πάνω του όλα όσα είδε στη βάρδια του. Μια ζωή σκοπιά και μάλιστα δύσκολα νούμερα, αυτό είναι ο καλλιτέχνης. Και άλλοι γεννιούνται στο σωστό μέρος, τη σωστή στιγμή και από τους σωστούς γεννήτορες, και άλλοι όχι. Πότε η χώρα, πότε ο χρόνος και πότε η κοινωνική τάξη είναι λάθος, κι αυτός είναι ένας επιπλέον αγώνας για το δημιουργό που  πρέπει να υπερκεράσει και αυτά τα “λάθη” μαζί με το γενικότερο παράλογον, αυτό της ανθρώπινης ύπαρξης.

Στην περίπτωση του Τήνιου καλλιτέχνη δεν ήταν ο Κρόνος, ο Πατέρας Ουρανός, αλλά μάλλον η Ρέα, η Μητέρα Γη, που τρώει τα παιδιά της. Πολλές φορές οι μύθοι είναι ανεστραμένες αλήθειες κι αυτό ο Γιαννούλης το ένιωσε ιδιαίτερα στο πετσί του καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του και από τη γη του (Ελλάδα) και από τη μητέρα του (Ειρήνη).





Ευτυχώς, ο Χαλεπάς έχει γερή μνήμη και τη διατηρεί ακόμη και στις πιο ταραγμένες περιόδους του. Σε αντίθεση με τους περισσότερους από εμάς που κατά τη διάρκεια της ζωής μας “ξεχνιόμαστε” ασχολούμενοι με ξένα προς εμάς πράγματα, ο ίδιος δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Όταν δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς, τότε έρχεται η δημιουργία. Ψυχική είναι πρωτίστως η ανάγκη για τέχνη.

“Δεν αρκεί κανείς να τρελαθεί για να κάμει το άλμα που έκανε ο Χαλεπάς”.*



“Μετά τη λεγόμενη τρέλα του, σαν ένας άνθρωπος που πήγε στον Άδη, σαν τον Ντάντε, ξαναγυρίζει, όπως λέει το τροπάριο της εκκλησίας “ως εκ παστάδος προελθών”. Βγαίνει από το τρελοκομείο σαν να σηκώνεται από το νυφικό κρεβάτι. Φρέσκος, καινούργιος και τραγικός, με ένα θείο ενθουσιασμό διονυσιακού τράγου, ο οποίος δεν έχει καμιά ανάγκη να παραστήσει τον ωραίο ή τον κλασικό. Η ιδιοφυία του είναι απογυμνωμένη από τις βάτες και τις επενδύσεις που του φόρτωσε μια εποχή που εννοούσε να συνεχίσει το καθωσπρέπει των Αυλών, που δεν υπήρχαν πια στην Ευρώπη.”*

Μουσείο Μαρμαροτεχνίας Τήνου

Αυτά κι άλλα τόσα μπορούμε να πούμε για τη ζωή και το έργο του όμως είναι, ίσως, κενά νοήματος αν δεν έχουμε ακούσει έστω και μια φορά το σκληρό, κοφτό και ρυθμικό ήχο των ματρακάδων που σφυροκοπούν το μάρμαρο. Είναι ένας πολύ συγκεκριμένος ήχος, που γεμίζει τα μέσα σου ως ένα είδος αρχέγονης μουσικής, καθημερινά επαναλαμβανόμενος από τα βαθιά χαράματα μέχρι τη δύση του ηλίου, τουλάχιστον για τον Χαλεπά που γεννήθηκε στον Πύργο της Τήνου.


Η γλυπτική, εκτός από την αφή, συνδέεται πολύ με την ακοή και το ρυθμό και πολύ λιγότερο -όσο κι αν μας φαίνεται περίεργο - με την αίσθηση της όρασης. Για να το καταλάβει κανείς αυτό, πρέπει να το ακούσει. Σε μένα, η αποκάλυψη έγινε φέτος το καλοκαίρι, στο μουσείο Μαρμαροτεχνίας Τήνου, στον Πύργο. Εκεί, τα μόνιμα εκθέματα υποστηρίζονται από αναπαραστάσεις λατομείου, εργαστηρίου μαρμαροτεχνίας και πλήθος προπλασμάτων, σχεδίων και εργαλείων των παλαιών μαρμαρογλυπτών και μαρμαροτεχνιτών. Το οπτικοακουστικό υλικό της έκθεσης ζωντανεύει τις παραδοσιακές μεθόδους εργασίας του λατόμου και του μαρμαροτέχνη αλλά αυτό που κάνει τον επισκέπτη να νιώσει τη συγκεκριμένη τέχνη στο πετσί του είναι ο ήχος. Ο ήχος που ακούγεται καθ' όλη τη διάρκεια της περιήγησης στο χώρο, και είναι ο ίδιος με εκείνον που έφτανε καθημερινά στα αυτιά του Γιαννούλη Χαλεπά νυχθημερόν.

Η γλυπτική είναι βίωμα.

Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το παρόν κείμενο είναι από την επίσκεψή μου στο πατρικό σπίτι του καλλιτέχνη. Δεν κατάφερα να τραβήξω ούτε μία από το υπόγειο/ατελιέ του, όπου έζησε και το μεγαλύτερο μέρος της μη έγκλειστης ζωής του. 

Κατεβαίνοντας τα σκαλιά, τα μάτια μου είχαν ήδη βουρκώσει.


* αποσπάσματα από το βιβλίο του Γιάννη Τσαρούχη, "Μάτην ωνείδισαν την ψυχήν μου", εκδόσεις Καστανιώτη.

Μια καλή αρχή για όσους θέλουν να γνωρίσουν περισσότερο  τον Χαλεπά και το έργο του, είναι το βιβλίο του Χρήστου Σαμουηλίδη "Γιαννούλης Χαλεπάς. Η τραγική ζωή του μεγάλου καλλιτέχνη", εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας.  

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις